λυτρώσῃς

λυτρώσῃς
λυτρόω
release on receipt of a ransom
aor subj act 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή …   Dictionary of Greek

  • ανθρωποκτονία — Έγκλημα κατά της ζωής, το οποίο κατά την ποινική νομοθεσία μπορεί να υπαχθεί σε έναν ορισμένο αριθμό ειδικότερων περιπτώσεων. Κοινό στοιχείο σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι με το έγκλημα προκαλείται ο θάνατος ενός προσώπου. Το αποτέλεσμα… …   Dictionary of Greek

  • λυσι- — (AM λυσι ) α συνθετικό πολλών λ. τής Ελληνικής που ανάγεται στο p. λύω (πιθ. με επίδραση τού τ. λυσανίας*) σχηματίζοντας σύνθ. τού τύπου τερψίμβροτος. Στα σύνθ. αυτά το α συνθετικό λυσι εμφανίζεται με τις σημασίες τής εξασθένησης, χαλάρωσης (πρβλ …   Dictionary of Greek

  • παραμύθι — Λαϊκή διήγηση στην οποία προέχει το θαυμαστό και το φανταστικό και που έχει για πρωταγωνιστές όντα υπεράνθρωπα, νεράιδες, στρίγκλες, μάγους, δράκους, γίγαντες και, οπωσδήποτε, πρόσωπα ικανά, μέσω μαγικών αντικειμένων ή προσωπικής δύναμης, για… …   Dictionary of Greek

  • τένται — Ιαπωνική βουδιστική αίρεση, που την εισήγαγε από την Κίνα το 806 ο Ντενγκιό Νταϊσί (767 822). Στην Κίνα ονομαζόταν Τ’ιέν – τ’άι, από την ονομασία μιας μονής της επαρχίας της Τσεκιάνγκ, από την οποία εξαπλώθηκε τον 6o αι. Βασισμένη στη διδασκαλία… …   Dictionary of Greek

  • τεντάι — Ιαπωνική βουδιστική αίρεση, που την εισήγαγε από την Κίνα το 806 ο Ντενγκιό Νταϊσί (767 822). Στην Κίνα ονομαζόταν Τ’ιέν – τ’άι, από την ονομασία μιας μονής της επαρχίας της Τσεκιάνγκ, από την οποία εξαπλώθηκε τον 6o αι. Βασισμένη στη διδασκαλία… …   Dictionary of Greek

  • Αβραάμ Αμπουλαφία μπεν Σαμουήλ — (Τολέδο ή Σαραγόσα 1240 – 1292).Ισπανοεβραίος καβαλιστής. Υπήρξε φύση ανήσυχη και τυχοδιωκτική. Σπούδασε όλες τις γνωστές επιστήμες της εποχής του και μελέτησε ιδιαίτερα το Ταλμούδ (την ιουδαϊκή παράδοση της Βίβλου) και τη φιλοσοφία του Μαϊμονίδη …   Dictionary of Greek

  • Ιησούς Χριστός — Γιος του Θεού, που στάλθηκε στη Γη για να λυτρώσει τους ανθρώπους από το προπατορικό αμάρτημα και να τους δείξει τον δρόμο των ουρανών. Η πρώτη λέξη του ονόματος είναι εβραϊκή και σημαίνει «Ο Γιαχβέ είναι η σωτηρία»· η δεύτερη, ελληνική, σημαίνει …   Dictionary of Greek

  • Ιωάννης ο Ευαγγελιστής — (1ος αι. μ.Χ.).Γιος του Ζεβεδαίου και αδελφός του Ιακώβου, είχε προσχωρήσει αρχικά στη θρησκευτική κίνηση του Ιωάννη του Βαπτιστή –αν και αυτό δεν είναι βέβαιο– και αργότερα ακολούθησε τον Ιησού. Οι πληροφορίες που αφορούν τη ζωή του προέρχονται… …   Dictionary of Greek

  • κάθαρση (τραγική) — Όρος που αναφέρεται στο αίσθημα οίκτου και ελέους που προξενούν στους θεατές τα παθήματα του ήρωα μιας θεατρικής τραγωδίας.Στην αριστοτελική φιλοσοφία η έννοια της κ. έλαβε ακριβή αισθητική σημασία, που αφορά τη δραματική μορφή και έχει την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”